шумовка - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

шумовка - translation to πορτογαλικά

ЧЕРПАК С ОТВЕРСТИЯМИ
Капкир
  • 260пкс
  • Андрей Попов,]] 1863

espumadeira f      
шумовка
escumadeira f      
шумовка
шумовка      
escupadeira (f)

Ορισμός

шумовка
жен., ·*нем. дырявая, большая, плоская ложка для съемки пены, для выемки из котла мяса и рыбы и пр.
| см. шум
.

Βικιπαίδεια

Шумовка

Шумо́вка (польск. szumówka < szumować снимать пену < szum пена < ср.-в.-нем. schaum пена) — кухонная принадлежность в виде большой плоской ложки со множеством мелких отверстий в черпале для слива жидкости. Изготавливается чаще всего из металла или пластмассы.

В основном используется для снятия пены, перемешивания блюда во время его готовки, выемки частей блюда.